Από τη ΜΑΡΙΑ ΜΕΤΑΞΗΤΙΝΟΥ

Ο Πάτροκλος είναι με τον Αλκιβιάδη και συζητούν για το τι έγινε το προηγούμενο βράδυ. Ο Πάτροκλος επιμένει ότι πρέπει να ξαναεπιχερήσουν γιατί η Αλκηστις βρίσκεται εκεί και σίγουρα θα παραμείνει στο σπίτι της Αναστασίας.
Λίγο αργότερα ο Διαμαντής φωνάζει τον Πάτροκλο στο σπίτι του, μιας και έχει μάθει τι έχει συμβεί και ότι ο γιος του πυροβόλησε προς την Αναστασία. Με το που μπαίνει στο σπίτι, ο Διαμαντής του ορμάει με μανία: « Νόμιζες πως δεν θα μάθω τα χάλια σου; Σηκώθηκαν τα Χανιά στο πόδι απ’ τους πυροβολισμούς! Εγινες ένα με τον άλλον, ενάντια στην ίδια σου την οικογένεια;», του επιτίθεται και είναι έτοιμος να τον σκοτώσει. «Δεν είναι οικογένειά μου! Ποτέ τους δεν με χώνεψαν. Κι ό,τι γουστάρω θα κάνω που να χτυπιέσαι κάτω! Μέχρι εδώ! Αλλαξα! Και δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου!», του απαντάει, κάνοντάς τον στην κυριολεξία τρελό: «Ετσι νομίζεις! Κάτσε να ’ρθει κι ο άλλος και θα τα πούμε μια και καλή!», του απαντάει και δεν προλαβαίνει να τελειώσει την κουβέντα και μπαίνει κι ο Αλκιβιάδης, τον οποίο επίσης πιάνει από τα μούτρα: «Θα σου το πω μία και μοναδική φορά! Στης ανιψιάς μου το σπίτι μην τολμήσεις να ξαναπατήσεις, γιατί θα ’χεις να κάνεις μαζί μου! Δεν σεβαστήκατε ούτε το πένθος που έχει, ρε; Η κοπέλα είναι διαλυμένη».
Ο Αλκιβιάδης κάτι πάει να πει, αλλά ο Διαμαντής τον σταματάει: «Μη με προκαλείς, γιατί αν βρεθώ απέναντί σου θα το μετανιώσεις. Εμένα με λένε Διαμαντή Νικολάου και δεν πιάνεις μία μπροστά μου. Κατάλαβες; Να το θυμάσαι αυτό!», του λέει και τους διώχνει από το σπίτι του. «Στα τσακίδια τώρα και οι δύο! Εξω!»...