Μαύρο Ρόδο: Η Πολυξένη γυρίζει μετανιωμένη και ο Λευτέρης την κλείνει στην αποθήκη!
Σούπερ αποκλειστικό!
«Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο», λέει η γνωστή ρήση και αυτή φαίνεται πως ακολουθεί και ο Λευτέρης, ο οποίος αποφασίζει να τιμωρήσει την Πολυξένη για όσα έκανε τόσα χρόνια σ’ εκείνον και στη μονάκριβη κόρη του. Το TV24 σας παρουσιάζει όλο το αποκλειστικό ρεπορτάζ για την σειρά Μαύρο Ρόδο.
Γράφει η Γιάννα Παπανικολάου
Η Πολυξένη είχε έναν και μόνο στόχο: Να πάρει την περιουσία του Λευτέρη για να ζήσει πλουσιοπάροχα η ίδια και η κόρη της. Αδιαφορώντας φυσικά για τον ίδιο και την κόρη του, την Ελισάβετ. Αλλωστε, όπως έχουμε δει κατά καιρούς στα επεισόδια της σειράς «Μαύρο ρόδο», δεν είναι η πρώτη φορά που η Πολυξένη φέρεται έτσι, καθώς ίδια συμπεριφορά είχε με όλους τους άντρες που είχε μπλέξει. Ενας μάλιστα από αυτούς ήταν και ο Θέμης Καστρινός, και παρόλο που ακόμα ως flashback δεν μας έχει δείξει τι είχε συμβεί ακριβώς μεταξύ τους, ωστόσο ο ίδιος έχει αναφέρει πως του είχε καταχραστεί μεγάλο χρηματικό ποσό και ότι μπήκε εξαιτίας της στη φυλακή.
Πίσω στο σήμερα, παρόλο που ο Λευτέρης δείχνει να είναι ένας μαλθακός και ήρεμος άνθρωπος που μπορούσε να τον κάνει ό,τι ήθελε, τελικά αποδείχτηκε πως όχι μόνο δεν μπορεί να του επιβληθεί, αλλά και ότι εκείνος έχει τελικά το πάνω χέρι. Μπορεί τόσα χρόνια να ανεχόταν τα πάντα από εκείνη, όμως το γεγονός ότι προσπάθησε να κάνει κακό στην κόρη του, είναι κάτι που δεν θα της συγχωρέσει ποτέ!
Τώρα που η Πολυξένη έμεινε ξεκρέμαστη από τον Καστρινό, που την έβγαλε από τη συνεργασία τους για τα κτήματα της μονής και μη έχοντας πού αλλού να πάει, καθώς και με την Ολγα έχουν τσακωθεί και εκείνη την έχει διώξει από το σπίτι, με τη ουρά στα σκέλια και με κατεβασμένο κεφάλι πάει να βρει τον Λευτέρη: «Συγχώρεσέ με Λευτέρη, ένιωσα να πνίγομαι και ήθελα να ανασάνω», του λέει και εκείνος της απαντάει ειρωνικά: «Κι εγώ ήθελα να ανασάνω από εσένα και επιτέλους το έκανα όταν έφυγες». «Ζω δύσκολη κατάσταση! Η Ολγα δεν μου μιλάει και με έδιωξε από το σπίτι, δεν έχω πού να μείνω, σε παρακαλώ άφησέ με να μείνω εδώ», παρακαλά η Πολυξένη και τότε εκείνος της απαντάει: «Ναι, βέβαια, μείνε, αλίμονο! Δεν θα σε άφηνα ποτέ στον δρόμο». Και καθώς εκείνη πηγαίνει προς τα πάνω στα δωμάτια, ο Λευτέρης τη σταματάει: «Πού πας εκεί; Στην αποθήκη θα μείνεις! Αλλωστε την είχες κάνει παλατάκι, όπως έλεγες, για να κοιμηθεί η κόρη μου! Δεν νομίζω να έχεις πρόβλημα!». Εκείνη αναγκάζεται να τον ακούσει.
Η Φιλαρέτη συναντά τη Στέλλα Χρονά
Η Φιλαρέτη είναι αποφασισμένη να βρει τον χαμένο της γιο και θα κάνει τα πάντα γι’ αυτό. Ετσι, κάθε βράδυ φεύγει κρυφά από το μοναστήρι για να ψάξει τα στοιχεία που χρειάζεται, παρά τις αντιρρήσεις της Κασσιανής. Με την έρευνα που κάνει και με τη βοήθεια του Καστρινού, καταφέρνει να βρει στοιχεία και πρόσωπα σε σχέση με τον γιο της και φτάνει στην περιβόητη Στέλλα Χρονά (Ολγα Τσαρσιταλίδη), με την ελπίδα να μάθει επιτέλους πού βρίσκεται το παιδί της. «Πες μου, πού βρίσκεται ο γιος μου; Γιατί τόσα ψέματα; Τι θέλατε από εμένα;», τη ρωτάει και η Στέλλα σοκάρεται που τη βλέπει μπροστά της και που είναι καλόγρια: «Πώς με βρήκες; Φύγε από εδώ, δεν πρόκειται να σου πω τίποτα». Η Φιλαρέτη την εκλιπαρεί: «Δεν θα φύγω αν δεν μου πεις τι απέγινε ο γιος μου». Η Στέλλα της απαντάει: «Ξέχασέ τον και φύγε μακριά». Παράλληλα, η Φιλαρέτη μαθαίνει πού πήγαιναν τα χρήματα που έδινε για την ανατροφή του παιδιού της, ενώ η Στέλλα εξαφανίζεται. Η μοναχή χάνει κάθε ελπίδα σε σχέση με την ανεύρεση του γιου της.
Ο Λουκάς ξεσκεπάζει τη Θάλεια
Ο Θέμης αρχίζει να έχει πολλά ερωτηματικά σε σχέση με τη Θάλεια και πιέζει τον Λουκά να μάθει ποια είναι στην πραγματικότητα: «Μικρέ, άσε τους έρωτες και ψάξε να μάθεις τα πάντα για εκείνη! Εμφανίστηκε από το πουθενά στο μαγαζί μου, φεύγει όποτε θέλει και όλο μπλέκεται στις δουλειές μου! Κάτι μου βρομάει και καλό είναι να προσέχεις κι εσύ, μην έχεις πολλά-πολλά». Εκείνος αρχίζει να συνδέει τα κομμάτια του παζλ ένα-ένα και αρχίζει να υποψιάζεται και εκείνος την αγαπημένη του και έτσι αρπάζει την κάρτα SIM του κινητού της και το δίνει να το χακάρουν. Εκείνη το αντιλαμβάνεται και τον ρωτάει ευθέως αν την πήρε εκείνος. Ομως, ο κλοιός σφίγγει γύρω από τη Θάλεια και ο Λουκάς θα τη φέρει αντιμέτωπη με την αλήθεια: «Εγώ πήρα την κάρτα σου και ανακάλυψα τα πάντα! Μην τα αρνηθείς» και τότε εκείνη αναγκάζεται να παραδεχτεί την αλήθεια: «Εντάξει λοιπόν, είμαι μυστική αστυνομικός». Ο Λουκάς χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του και πάει να φύγει: «Μείνε μακριά απ’ όλους μας», αλλά εκείνη του λέει: «Είμαι ερωτευμένη μαζί σου». Ομως, ο Λουκάς δεν την πιστεύει πια και την αφήνει σε απόγνωση.