ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΑ ΜΕΤΑΞΗΤΙΝΟΥ

Η κατάσταση για την Αναστασία και τον Ματθαίο είναι δραματική με το χαμό του παιδιού τους. Η Αναστασία πριν την κηδεία, μη θέλοντας να πιστέψει ότι σε λίγο θα αποχαιρετούσε το βλαστάρι της για το πιο μακρινό του ταξίδι, ούρλιαζε σαν το πληγωμένο αγρίμι. Η μέρα της κηδείας άφησε πίσω της πληγές που δεν θα κλείσουν ποτέ. Οι δυο τους βλέπουν τον καιρό να περνά μέσα από ένα μαύρο σύννεφο, ενώ ο αφόρητος πόνος τους αντί να μαλακώσει τις καρδιές τους και να τους ενώσει, έκανε ακριβώς το αντίθετο: το μίσος τους θέριεψε...

Οσο το παιδί τους χαροπάλευε στο νοσοκομείο, στέκονταν ο ένας στο πλευρό του άλλου, βίωναν μαζί τον πόνο, προσευχήθηκαν μαζί γονατιστοί για ένα θαύμα. Την ημέρα της κηδείας, όμως, το μυαλό της Αναστασίας γύρισε. Από το πρωί άρχιζε να ουρλιάζει στο σπίτι της: «Αυτός φταίει. Ο Ματθαίος». Μάταια ο Ανδρέας προσπαθούσε να την ηρεμήσει: «Ελα τώρα, Αναστασία. Το ίδιο πονάει κι εκείνος», της λέει. Η Αναστασία όμως γίνεται ακόμα πιο ύαινα, που αν τον είχε μπροστά της θα τον κατασπάραζε: «Δεν με νοιάζει αν πονάει! Εκείνη την ημέρα ήρθε και πήρε το παιδί με το ζόρι για να το πάει βόλτα. Και μετά με προκάλεσε και τσακωνόμασταν την ώρα που το μωρό μου το χτύπησε το αυτοκίνητο! Τσακωνόμασταν εκείνη τη στιγμή, το καταλαβαίνεις; Τον μισώ! Καταραμένος να ’ναι!».
Το ίδιο όμως αισθάνεται και ο Ματθαίος, που αρχίζει να κατηγορεί κι αυτός την Αναστασία: «Αυτή φταίει που έχασα το παιδί μου! Αυτή! Και ορκίζομαι στην ψυχή του μωρού μου ότι θα πληρώσει! Αφησε το παιδί μου να το προσέχει μια γυναίκα ανίκανη, που πέρασε το δρόμο χωρίς να κοιτάξει. Μια ηλίθια! Τη μισώ την Αναστασία! Και θα τη μισώ όσο ζω!».
Το μίσος αρχίζει και φωλιάζει πάλι στην ψυχή τους. Ο θάνατος του παιδιού τους, εκεί που πήγε να τους ενώσει για πάντα, τους χώρισε και τους έκανε άσπονδους εχθρούς. Μετά την κηδεία ο Ματθαίος φεύγει από τα Χανιά και επιστρέφει ύστερα από αρκετό καιρό. Η Αναστασία προσπαθεί κι εκείνη να «μαζέψει τα κομμάτια της», όμως μόλις μαθαίνει ότι ο Ματθαίος βρίσκεται εκεί, η εκδικητικότητα και το μίσος της επιστρέφουν πιο δυνατά: «Μην τολμήσει να εμφανιστεί μπροστά μου στα Χανιά, γιατί θα τον σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια».